Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2008

ΑΝΤΡΕ ΓΚΟΡΖ


Στις 24/9/2007 ο Αντρέ Γκόρζ είχε βρεθεί νεκρός μαζί με τη γυναίκα του στο σπίτι τους στο Παρίσι. Η αυτοκτονία τους ήταν ένα είδος δεύτερου γάμου, μιά επιλογή τέλους μετά απο συμβίωση πενήνταοκτώ ετών που σημαδεύτηκε από τη σοβαρή κι ανίατη ασθένεια της Ντορίν
και τη σταδιακή απώλεια κάθε ελπίδας για ίαση.
Το βιβλίο του Γκόρζ:Γράμμα στη Ντ. (εκδόσεις ποταμός) είχε με κάποιο τρόπο προαναγγείλει,
αυτό που θα επακολουθούσε λίγους μήνες μετά την έκδοση του.
Είχα κρατήσει κάποια αποσπάσματα από το βιβλίο, τα οποία με τρυφερότητα, αγωνία και θλίψη, εκφράζουν με συγκλονιστικό τρόπο τα συναισθήματα αγάπης και συντροφικότητας του ζευγαριού, μέσα από τη ματιά του Γκόρζ.
Δεν νομίζω όμως ότι έχει νόημα να τα παραθέσω, επειδή πιστεύω ότι το βιβλίο αυτό είναι
ολόκληρο μία παράγραφος κι έτσι πρέπει να το διαβάζουμε.
Οπως είναι αναμενόμενο, η διανόηση του φιλοσοφικού στοχασμού, δεν προσφέρεται από τη φύση του έργου της, για τη δημιουργία συναισθηματικών παραστάσεων στον αναγνώστη ,
αντίστοιχων με αυτές της ποίησης και της λογοτεχνίας .
Αυτό όμως δεν σημαίνει, πως το σε πρώτη ματιά αφανές, στην πραγματικότητα απουσιάζει.

Κι εγώ έτσι σταθερά θα μπορώ να πατήσω
Μέσα στο απέραντο Διάστημα
Νικώντας κάθε πόνο στη λάμψη του προσώπου σου
Τη στιγμή που τα όνειρα πάλι προβάλλουν
Σαν αστραπές γύρω από το Δέντρο της Ζωής.

Κάρλ Μάρξ -Ερωτικά ποίηματα-εκδόσεις:Ερατώ


Το έργο του Αντρέ Γκόρζ όπως αποτυπώνεται στα βιβλία που εξέδωσε και τα άρθρα του στο
περιοδικό "Nouvel Observateur" ( το οποίο ίδρυσε το 1964 μαζί με τον Ζαν Ντανιέλ), είναι μία απεικόνιση των κοινωνικών εξελίξεων, με άξονα το παγκόσμιο μοντέλο ανάπτυξης και τις
επιπτώσεις του στην καθημερινότητα, στις εργασιακές σχέσεις, την κατανάλωση και τον
ελεύθερο χρόνο. Στα πλαίσια αυτών των θεματικών, θα αναδείξει τις εμμονές της ανάλυσης
του Μάρξ στο ζήτημα του υποκειμένου των κοινωνικών αλλαγών και θα αναζητήσει ειδικά
στα τελευταία του έργα απαντήσεις και κατευθύνσεις, για την υπέρβαση της κοινωνίας των δύο τρίτων, της αυτοματοποίησης και της επέκτασης της "νεκρής εργασίας".
Η κριτική του Γκόρζ στον Μάρξ και τους μαρξιστές εστιάζεται τόσο στην επιμονή τους για την
ιστορική αποστολή του προλεταριάτου, επιμονή που δεν προκύπτει σε καμμία περίπτωση από
το σύνολο των εμπειρικών παρατηρήσεων, αλλά συνιστά συχνά ένα αυθαίρετο συμπέρασμα,
όσο και στις μηχανιστικές λογικές, που είναι συνυπεύθυνες μαζί με τον καπιταλισμό, για τη σημερινή κατάσταση που βιώνουμε, σε σχέση με την εργασία, το περιβάλλον και τον ελεύθερο
χρόνο, την ουσία δηλαδή της ποιότητας ζωής μας.
Η κοινωνικοποίηση της εργασίας στον υπαρκτό σοσιαλισμό με τους ίδιους οργανωτικούς όρους, πειθαρχίας και αποδοτικότητας με τις ελεύθερες οικονομίες, προφανώς δεν εξάλειψε την αλλοτρίωση που γεννούν οι εργασιακές σχέσεις, αντίθετα βοήθησε στη γενίκευση της στη κοινωνία. Η αυταπάτη της σύνδεσης του αυτοματισμού με την απελευθέρωση του ανθρώπου από τα δεινά της παραγωγής, κάθε άλλο παρά δικαιώθηκε από τις σημερινές συνθήκες όπου η "ρομποτοποίηση"κομβικών παραγωγικών κλάδων, αποτελεί σημαντικό παράγοντα για το διαρκές ζητούμενο του καπιταλισμού, την κάμψη της "ανελαστικότητας" της ζωντανής εργασίας και την προσαρμογή της με απόλυτο τρόπο στις διαχειριστικές λογικές.
Η μαρξιστική αντίληψη της Ιστορίας, όπου η κίνηση της είναι ανεξάρτητη από τη συνείδηση που αποκτούν τα άτομα γι΄αυτήν μέσω των δραστηριοτήτων τους, δεν οδήγησε φυσικά τους ανθρώπους σε κάποια ξαφνική επιφοίτηση για το υπερβατικό τους έργο.
Αντίθετα οι κοινωνικές συνθήκες τους οδήγησαν σ΄αυτό που ο Γκόρζ αποκαλεί "σιωπή της
Ιστορίας", στο βιβλίο του:"Αντίο προλεταριάτο".
"Το παρόν δεν αποκτά κανένα νόημα από το μέλλον. Αυτή η σιωπή της Ιστορίας ξαναφέρνει τα άτομα στον εαυτό τους. Καθώς επιστρέφουν στην υποκειμενικότητα τους, αυτά θα πάρουν το λόγο, στο όνομα τους και μόνο. Καμμιά μελλοντική κοινωνία δεν μιλά με το στόμα τους, γιατί η κοινωνία που αποσυντίθεται μπρός στα μάτια τους, δεν εγκυμονεί καμμία άλλη."


Ο Αντρέ Γκόρζ επιμένει σε όλο το έργο του στη σημασία του ελεύθερου χρόνου ως σημαντικού
μέτρου για την ανθρώπινη ευημερία και απελευθέρωση και τη σχέση του με διαδικασίες
που ευνοούν την ανάπτυξη της δημιουργικότητας.
Στα πλαίσια αυτά συνδέει τον ελεύθερο χρόνο με το είδος των εργασιακών σχέσεων που
επικρατουν σήμερα όπου η "ευελιξία" ως επιχειρηματικό ζητούμενο, παγιώνει την κλοπή του.
Οι εργασιακές σχέσεις παλινορθώνουν τις χειρότερες μορφές καταδυνάστευσης, παγιδεύουν στους χρόνους τους, αδρανοποιούν και εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους, ενώ παράλληλα
τους εξαναγκάζουν σε μεταξύ τους ανταγωνισμό, με έπαθλο απλά την επιβίωση τους.
Πέρα από την προσφορά και τη ζήτηση της εργασίας, η κατάσταση αυτή εγγυάται και μιά συγκεκριμένη χρονικότητα, την οποία θα ανέτρεπε για παράδειγμα το μοίρασμα της εργασίας
σε όλους. Μιά συγκεκριμένη χρονικότητα που διοχετεύει τον λιγοστό ελεύθερο χρόνο, σχεδόν αποκλειστικά στην κατανάλωση.
Οι καταναλωτικές συνήθειες, έχουν προφανώς διαστάσεις που ξεπερνούν την άμεση λογική του κέρδους, δημιουργώντας την υποδομή αποδοχής ενός τρόπου ζωής.
Η κατανάλωση είναι ένας χώρος συμβολικών ανταλλαγών, όπου δεν αγοράζουμε απλά κάποια
προϊόντα, αλλά αγοράζουμε παράλληλα την έννοια των προϊόντων αυτών, την εικόνα τους ως μια σημαντική εμπειρία , που η άθροιση της μέσω της επανάληψης των αγορών, συνιστά πλέον την ταυτότητα μας.

Ο Γκόρζ μέσα από όλο του το έργο, αναζητά την έξοδο από τις αφόρητες εκμεταλλευτικές
κοινωνίες της εποχής μας μία έξοδο με όρους κινηματικούς, που θα αντανακλάται στην
καθημερινότητα, στις εργασιακές σχέσεις και το περιβάλλον, αποτρέποντας παράλληλα την επικράτηση μέσω μιας επιστήμης υποταγμένης στις διαχειριστικές καθεστωτικές λογικές, ενός
ακραίου τεχνοφασισμού. Η υπέρβαση της δεδομένης "κοινωνίας της εργασίας", όπως αυτή δημιουργήθηκε από τα ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία των αναδιαρθρώσεων του κεφαλαίου,
παραμένει το τελικό ζητούμενο, το οριακό διακύβευμα.
Παράλληλα δεν υποκύπτει σε λογικές μηδενισμού, καθώς πιστεύει ότι οι αλλαγές στην κοινωνική δυναμική, έχουν συντελεσθεί ήδη και θα εξακολουθήσουν να ενισχύονται σε βάση
καθημερινή, χρειάζεται όμως η αποτελεσματική εγγραφή τους στο δημόσιο χώρο, η συνεκτική τους αποτύπωση σε πολιτικά προγράμματα και συλλογικές δράσεις.
Στην αντίθετη περίπτωση, οι κάτοχοι της εξουσίας θα τις υποβαθμίζουν πάντα , με τη χρήση
χαρακτηρισμών που θα τις προσδιορίζουν ως περιθωριακές κι εκκεντρικές.


ΑΝΤΡΕ ΓΚΟΡΖ-ΕΧΟΥΝ ΕΚΔΟΘΕΙ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

Οικολογία και πολιτική (Λιβάνης)
Οι δρόμοι του παραδείσου (Κομμούνα)
Καπιταλισμός σοσιαλισμός οικολογία (Εναλλακτικές Εκδόσεις)
Η αθλιότητα του σήμερα και η προοπτική για το αύριο (Λιβάνης)
Μεταρρύθμιση και επανάσταση (Γράμματα)
Αντίο προλεταριάτο (νέα σκέψη)

Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2008

Ξεblogάρισμα


Μία πολύ σημαντική πρωτοβουλία, που αξίζει και πρέπει να στηρίξουμε.

Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2008

ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΥΠΑΚΟΗ


Όταν η νεανική αδρεναλίνη συνάντησε κάποια μέρα το γονίδιο της ανυπακοής, ο Χ σκέφτηκε πως θα έπρεπε να προσπαθήσει ν΄αλλάξει όσο μπορούσε την άσχημη πόλη πού ξόδευε την καθημερινότητα του. Μιά πόλη εγκλωβισμένη στα αποτελέσματα παλιών αμαρτιών της, στη δυναμική του κέρδους και την αδυναμία της παθητικότητας, αποπνικτική, μονότονη και επί της ουσίας εχθρική. Οι βραδυνές ώρες του Χ και της παρέας του, σταδιακά αφιερώνονταν σε κάθε είδους πολύχρωμες παρεμβάσεις, πάνω σε προσιτές και απρόσιτες επιφάνειες που αποκάλυπτε η νυχτερινή τους βόλτα. Απολάμβαναν τη ρέουσα ενέργεια, το ρίσκο, αλλά και την αλλαγή της όρασης τους. Τοίχοι, γέφυρες, υπόγειες διαβάσεις και συρμοί του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου, απέκτησαν μιά άλλη διάσταση στην οπτική τους.
Οι αποστάσεις μετριούνται πλέον, με τη μονάδα κατανάλωσης χρώματος και τις κενές φιάλες από σπρέϋ, τα μάτια εκπαιδεύονται στην πανοραμική αντίληψη του χώρου.
Τα ρεπορτάζ των εφημερίδων λένε ότι ο Χ "γλύστρησε " τα ξημερώματα του Σαββάτου 13/9 και έπεσε στις γραμμές του σταθμού στα Άνω Πατήσια, πεθαίνοντας από ηλεκτροπληξία.
Η "ολισθηρότητα"προφανώς δεν οφείλεται στο κυνηγητό από τους σεκιούριτυ του σταθμού και η προανάκριση διερευνά τις πιθανές ευθύνες των εξίσου φοβισμένων φίλων του!


Αναφέρεται ακόμα, με τρόπο υπαινικτικό, ότι ο Χ είχε συλληφθεί κατά το πρόσφατο παρελθόν γιά παρόμοιες δραστηριότητες. Είναι το τέλος μιάς εγκληματικής καρριέρας, που πιθανότατα ξεκίνησε με παιδικές ζωγραφιές και συνεχίστηκε με καταστροφές της δημόσιας περιουσίας, στα σχολικά θρανία, την ώρα των αναμφίβολα συναρπαστικών παραδόσεων από δασκάλους και καθηγητές. Η διολίσθηση του ήταν διαρκής, όχι στιγμιαία.


Περιμένω στην αποβάθρα, ο συρμός του μετρό άρχισε να φαίνεται στο βάθος, έχει χρώμα πράσινο και φωτογραφίες με τέλεια χαμόγελα, ανάμεσα σε διάσπαρτες σταγόνες δροσιάς που προσφέρει απλόχερα, η διαφημιζόμενη τσίχλα χωρίς ζάχαρη.
Κατεβαίνω στο Πανεπιστήμιο, ένας διακριτικός φωτισμός αναδεικνύει τώρα που νύχτωσε την επιβλητικότητα των ιστορικών κτισμάτων, μαζί με μιά μόνιμη σχεδόν μεταμοντέρνα πινελιά που αποτελείται από καλαίσθητα μπλέ λεωφορεία φρουρούμενα από αποφασισμένους άνδρες ντυμένους με χακί στολές και μπότες μέχρι το γόνατο.
Για αυτή την άσχημη πόλη, για την κυρίαρχη αισθητική ως σχηματική απεικόνιση του είδους της κοινωνικής πραγματικότητας που βιώνουμε, υπάρχουν πολλά που μπορούν και πρέπει να ειπωθούν διεξοδικά. O X δεν απασχόλησε την επικαιρότητα παρά μόνο με κάποια μονόστηλα και δίλεπτες αναφορές. Ο θάνατος ενός εικοσιτριάχρονου, απογυμνωμένος από το πάθος μιας φωνής που εξέπεμπε κυριολεκτικά το ηχόχρωμα της, τη δημιουργία και τη διαμαρτυρία, εύκολα μπορεί να παρουσιασθεί από τα πάντα πρόθυμα μμε σαν αναίτιο ατύχημα και να γίνει αποδεκτό ως τέτοιο. Ίσως γιατί έχουμε εκπαιδευτεί πλέον πολύ καλά, να μην αναγνωρίζουμε ως άξιο λόγου, ότι δεν διαθέτει την αντίστοιχη σήμανση των media και της διαμεσολαβημένης πληροφορίας, ίσως γιατί το κενό μεταξύ συρμού και αποβάθρας είναι κάτι παραπάνω από μία περιστασιακή χαραμάδα.


Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2008

ΜΝΗΜΗ

Μην ξέροντας αν πρέπει ν΄αποδώσω
στη φρίκη το κενό κι αν ήμουν μήπως
της ίδιας μου της μοίρας Δούρειος ίππος
κι αν έπρεπε στη λήθη να ενδώσω

Ευγένιος Αρανίτσης-ποιήματα και πράξεις


Τον παππού μου τον Αντώνη δεν τον γνώρισα ποτέ, επειδή δολοφονήθηκε πολλά χρόνια πρίν από τη γέννηση μου. Συνεπής δημοκρατικός την περίοδο του μεσοπολέμου, με ευρύτατες για την εποχή απόψεις που ξέφευγαν από τα κυρίαρχα στερεότυπα της ελληνικής κοινωνίας, δολοφονήθηκε στη διάρκεια της κατοχής, από τους ταγματασφαλίτες του ΕΕΣ (εθελοντικός ελληνικός στρατός) του διαβόητου συνταγματάρχη Πούλου.
Η μνήμη ακολουθεί πάντα το δικό της ξεχωριστό δρόμο και πολύ συχνά δένεται με συμπτώσεις καθοριστικές για τη συνέχεια της στο χρόνο.
Λίγους μήνες μετά την πτώση της Χούντας, έμαθα ολόκληρη την αλήθεια, που μέχρι τότε είχε περιορισθεί σε κάποια ακατανόητα μισόλογα που άκουγα σποραδικά.
Εκείνη τη χρονική στιγμή, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά ένα τραγούδι, που συνέδεσε με νότες και μιά τεράστια αντρική φωνή, τα ερωτηματικά ενός δεκάχρονου.
Κατάφερα να τον ακούσω ζωντανά τρείς φορές από τότε, πρίν μας αποχαιρετήσει στις 14 Σεπτέμβρη του 2001.

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2008

Η ΝΥΧΤΑ ΕΙΝΑΙ ΜΑΚΡΙΑ



" Η νύχτα μας επιτρέπει να δραπετεύσουμε απο τις αγγαρείες της ημέρας, τη μονοτονία της καθημερινότητας που περιορίζει την ανθρωπότητα σε συγκεκριμένα καθήκοντα, υποχρεώσεις και εργασίες." Με τον τρόπο αυτό ο Bryan D. Palmer καθηγητής στο πανεπιστήμιο Trent του Καναδά, προσδιορίζει το χώρο όπου θα συνευρεθούν οι ιστορικές του αφηγήσεις, μέσα από το βιβλίο : Κουλτούρες της νύχτας - απο τις εκδόσεις Σαββάλας. Η νύχτα και το σκοτάδι, επιτρέπουν εδώ και αιώνες με τη μέγιστη δυνατή κάλυψη που προσφέρουν απο το βλέμμα της εξουσίας, τη συγκρότηση ενός ιδιότυπου αντιπολιτισμού τον οποίο δημιουργούν οι εκάστοτε καταπιεσμένοι πολιτικά, κοινωνικά και φυλετικά. Οι κουλτούρες της νύχτας συνιστούν την όψη μίας κατακερματισμένης αμφισβήτησης, είναι νησίδες αντίστασης στο αρχιπέλαγος της παράβασης και της επιθυμίας. Ο Palmer απεικονίζει με λεπτομερή αλλά ταυτόχρονα λιτό τρόπο αυτόν τον αντιπολιτισμό, μέσα στην ιστορικότητα και την πολυμορφία του.
" Η ετερότητα είναι πολύ της μόδας στον σύγχρονο ακαδημαϊκό κόσμο, αλλά η περιγραφή είναι συνήθως μονόπλευρη, ένας λόγος απο ισχυρές κατασκευές που έχουν κατά κάποιον τρόπο γυμνωθεί απο τις δυναμικές αμοιβαιότητες τους." Αρνούμενος τις στυλιστικές αποχρώσεις του φολκλορικά αντισυμβατικού, ο συγγραφέας επιμένει στην ανάπλαση του φαινομένου με έμφαση στην ουσία, χωρίς λεκτικούς εξωραισμούς.
Ο καταπιεσμένος άνθρωπος σε σχέση με τις συνθήκες εργασίας, το σώμα και τις ανάγκες του, το χρώμα και την κοινωνική του ένταξη είναι το επίκεντρο των αφηγήσεων. Οι οικονομικές αναδιαρθρώσεις του συστήματος απο τη φεουδαρχία ως τη μετανεωτερικότητα εγκλωβίζουν και στοχοποιούν κοινωνικές ομάδες, προκρίνουν ακραία μέτρα σωφρονισμού και δημιουργούν καθημερινά κανονιστικά πρότυπα, σε όλη αυτή την ιστορική διαδρομή.
Η νύχτα είναι ο διαχρονικά πιστός σύμμαχος των καταπιεσμένων.
Σε λέσχες, ταβέρνες και υπαίθριες συναντήσεις υπό το σεληνόφως, οριοθετούνται οι τρόποι
αντίστασης και συλλογικής δράσης. Γιακωβίνοι, πειρατές, τυχοδιώκτες, αλλά και μέλη των πρώτων εργατικών σωματείων, συζητούν, σχεδιάζουν και συνωμοτούν, σε σχέση με κινήματα, ταμεία αλληλοβοηθείας των εργαζομένων και απόπειρες προπαγάνδισης ιδεών, κάτω απο την προστασία και την εύκολη διαφυγή που προσφέρει το σκοτάδι.
Η Γαλλική και η Ρωσική επανάσταση, η Κομμούνα στο Παρίσι το 1871 και η Ισπανική επανάσταση το 1936, ενοποιούνται πέρα απο τις μεταξύ τους ιδιαιτερότητες, απο τις παραπάνω διαδικασίες. Παράλληλα η νύχτα με άμεσο ή έμμεσο τρόπο δημιουργεί μυθοπλασίες με σαφές κοινωνικό και "ψυχαναλυτικό" περιεχόμενο. Κάποιες απο αυτές, όπως το μεσαιωνικό κυνήγι των
μαγισσών που επεκτάθηκε ως τα πρώτα χρόνια της Αναγέννησης, συμβολίζει πέρα απο την επιβολή θεοκρατικών καθεστώτων, την πιεστική ανάγκη του ανθρώπου να ανιχνεύσει το
απαγορευμένο, δηλαδή το υπό διωγμόν σώμα του. Ο αγροτικός πληθυσμός περιθωριοποιημένος απο την κρίση της φεουδαρχίας και την πληθυσμιακή έκρηξη των αστικών κέντρων θα βρεθεί στο στόχαστρο, ως ύποπτος μαγείας και σατανισμού. Η υιοθέτηση απο μέρος της κοινωνίας των φοβικών θεωριών περί μαγείας, αντανακλά τόσο την ασφυκτική επιρροή της εκκλησίας, όσο και την ασυνείδητη ανάγκη των ανθρώπων να συναντήσουν τις καταπιεσμένες σωματικές τους επιθυμίες, με τις οποίες μάγισσες και ιερείς του σατανά ήταν άρρηκτα συνδεδεμένοι εντός της λαικής συνείδησης. Πολύ αργότερα, την εποχή του Διαφωτισμού θα αποκατασταθεί στοιχειωδώς μία πιο ισορροπημένη και συνειδητή σχέση με τη σωματικότητα. Για πολλά χρόνια ο πουριτανισμός και ο καθωσπρεπισμός, ταυτισμένοι με την εξουσία της άρχουσας τάξης, θα παραμείνουν σκληροί και προνομιούχοι αντίπαλοι, κάθε φιλελεύθερης αντίληψης που αναδυόταν κατά διαστήματα. Στη διαμάχη αυτή, οι συντηρητικοί θα αποκτήσουν έναν απροσδόκητο αντίπαλο. Η λογοτεχνία των... τεράτων της νύχτας θα υποσκάψει τις πουριτανικές αντιλήψεις. "Όπως υποστηρίζουν ο Ζίλ Ντελέζ κι ο Φελίξ Γκουαταρί, δεν είναι ο ύπνος της λογικής που γεννάει τα τέρατα, αλλά ο ορθολογισμός που πάσχει απο αυπνίες." Η μεταφορική εξουσία του τρόμου, άλλοτε ξυπνά τις ναρκωμένες επιθυμίες του σώματος, όπως στην περίπτωση του "Δράκουλα" κι άλλοτε επικρίνει την προσκόλληση της επιστήμης στην εργαλειακή λογική της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Το υποτιθέμενα σοκαρισμένο κοινό της εποχής θα επιβεβαιώσει τη συμβολική διάσταση του κόσμου των τεράτων, αγοράζοντας μαζικά βιβλία και εισιτήρια θεατρικών παραστάσεων.

Οι κουλτούρες της νύχτας σύμφωνα με τον Palmer, δεν αποτελούν κάποιο συνεκτικό μόρφωμα με οριοθετημένα ιστορικά στάδια εξέλιξης. Αντιφατικές, με τεράστια ποικιλομορφία και ενίοτε αλληλοσυγκρουόμενες και αδιέξοδες, διαθέτουν μόνο ένα είδος συνοχής. Αυτό της αντίστιξης με την κυρίαρχη κουλτούρα, που δημιουργεί υπόκωφους τριγμούς στον διαμορφωμένο απο μιά σειρά στερεοτύπων, κοινωνικό ιστό.
Η κουλτούρα του τρόμου εισήγαγε τον 19ο αιώνα μιά έμμεση περιφρόνηση της βικτωριανής ηθικής και του συντηρητισμού. Τον εικοστό αιώνα τη σκυτάλη παίρνουν ο κινηματογράφος, η λογοτεχνία των μπήτνικς και η μουσική. Ενώ ο κόσμος της καπιταλιστικής αξιοποίησης εκφράζεται όλο και περισσότερο μέσα απο την εμβληματική φιγούρα του αμερικανικού ονείρου, κάποιοι αναλαμβάνουν να αναδείξουν τη σκοτεινή πλευρά του.
Το φίλμ νουάρ και η μπήτ λογοτεχνία φωτίζουν τα αδιέξοδα των σύγχρονων μητροπόλεων, τη διαφθορά, τη φτώχεια, το περιθώριο και τη λατρεία του χρήματος.
Απο τα μυθιστορήματα τουΤζάκ Κέρουακ μέχρι τα φίλμ του Ρόμπερτ Όλντριτζ και του Χάουαρντ Χώκς, οι συνέπειες των επιλογών ενός απάνθρωπου συστήματος είναι ορατές και συγκεκριμένες καθώς ξετυλίγεται ο μύθος.
Η μουσική είναι προφανώς μιά τεράστια κατηγορία. Μέσα από τις πολλαπλές μεταμορφώσεις της ροκ θα θιγούν παρόμοια ζητήματα με αυτά που απετέλεσαν τη θεματολογία του φίλμ νουάρ και των μπήτνικ, ενώ τα μπλούζ και η τζάζ αποτελούν ένα μέρος της πολιτιστικής έκφρασης της κοινότητας των μαύρων η οποία θα αποκτήσει περισσότερο εξεγερτικό περιεχόμενο στις μέρες μας μέσω της Rap και του Hip Hop.
Oι καταπιεσμένες φυλετικά κοινότητες θα δημιουργήσουν αρκετές "άγριες" νύχτες στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Το black out της Ν. Υόρκης τη δεκαετία του ΄70 και οι συχνές μαζικές συγκρούσεις τα επόμενα χρόνια στις αμερικανικές μητροπόλεις, έχουν μεγάλες ομοιότητες με την εξέγερση στη Θατσερική Αγγλία το 1981 και τις πρόσφατες ταραχές στα γαλλικά προάστια, καθώς σηματοδοτούν ένα διαφορετικό είδος πολιτιστικών ανταλλαγών.

Οι μητροπολιτικές φυλές κάνουν αισθητή την παρουσία τους κάθε βράδυ. Τα "σύνορά" τους
είναι κάποιες φορές επιφανειακά και ευμετάβλητα όταν εστιάζονται στην εμφάνιση και στις μουσικές επιλογές, ενώ κάποιες άλλες παρουσιάζουν σταθερότερα χαρακτηριστικά που έχουν να κάνουν με κοινωνικές απόψεις και στάσεις ζωής που απορρέουν απο αυτές.
Το ζητούμενο εξακολουθεί να είναι το ίδιο όλα αυτά τα χρόνια κατά την άποψη του Palmer.
Με ποιούς όρους οι επιμέρους πολιτισμοί μπορούν να έχουν ουσιαστική συμβολή, σε όσο είναι εφικτό αντιπροσωπευτικότερους κοινωνικούς μετασχηματισμούς.
"Για να πετάξει ελεύθερη η νυχτερίδα της μετασχηματιστικής δυναμικής της νύχτας πρέπει να αποβάλει τη μοναδική ταυτότητα της ως νυχτερίδας, να ενωθεί με άλλα είδη της ημέρας και της νύχτας, να μάθει να κάνει περισσότερα απο το να υποχωρεί μπροστά στις προκλήσεις της ημέρας και να αποικίσει όλους τους χώρους και τους χρόνους."


Το ρολόι του κοινωνικού χρόνου έχει τις δικές του απροσδιόριστες μονάδες μέτρησης που καθιστούν παρακινδυνευμένη κάθε πρόβλεψη σε σχέση με ποιό κομμάτι του εικοσιτετραώρου διανύουμε. Μέχρι να αποκτήσουμε πλήρη επίγνωση αυτής της χρονικότητας που μας αφορά, η νύχτα προβλέπεται να είναι μακριά.